Skip to main content

Μητρ. Φαναρίου Αγαθαγγέλου: † Mνήμη τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

27 Μάι 2023 18:58

Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Μάϊος,  
Αθήνα 2006, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 421-428

Λίγες μόλις δεκαετίες μετά τό γεγονός τῆς ᾿Ενανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ ἐμφανίσθηκαν οἱ πρῶτες παραχαράξεις τῆς πίστεως καί ἀργότερα οἱ μεγάλες χριστολογικές αἱρέσεις στήν ᾿Εκκλησία Του, σχετικά μέ τό πρόσωπο καί τήν ὑποστατική ἕνωση τῶν δύο ἐν Χριστῷ φύσεων. Ποιός εἶναι Αὐτός; Ποιά εἶναι σχέση Του μέ τόν Θεό; Πῶς κατανοεῖται σχέση καί ἕνωση τῶν δύο φύσεων στό Χριστό, ἕνωση δηλαδή ἀκτίστου καί κτιστοῦ ἀπό τόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ; Πῶς μπορεῖ νά εἶναι συγχρόνως «Υἱός τοῦ ἀνθρώπου;». Μέ ποιό τρόπο ἐγεννήθηκε ἀπό γυναίκα; Πῶς εἶναι δυνατό μητέρα Του, Παρθένος Μαρία νά ἀποκαλεῖται «Θεοτόκος»; Τά ἐρωτήματα πού ἐτίθεντο ἀφοροῦσαν ὄχι μόνο τή θεότητα τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀλλά καί τήν ᾿Ενανθρώπησή Του.

Οἱ προβληματισμοί αὐτοί προξένησαν μακραίωνες δογματικές συζητήσεις. ῾Η ᾿Εκκλησία, προκειμένου νά προφυλάξει τά πιστά μέλη της καί νά ἀπαντήσει στίς ἀποκλίνουσες ἀπόψεις, διατύπωσε αὐθεντικά τήν πίστη της στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, οἱ ὁποῖες διατύπωσαν τήν πίστη της καί καθόρισαν τά δόγματά της. Οἱ δογματικές ἀποφάσεις τῶν Συνόδων, γνωστές ὡς «῞Οροι», δηλαδή ὅρια-ὁριοθετήσεις, ἐμπεριέχουν σωτήριες ἀλήθειες. Συνεπῶς, τά δόγματα τῆς ᾿Εκκλησίας δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά σωτηριολογικές προτάσεις ζωῆς, ἀφοῦ καταγράφουν τήν κοινή πίστη καί τήν καθολική συνείδηση καί διαχρονική ἐμπειρία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.

Οἱ ἀμφισβητήσεις γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἐμφανίσθηκαν πολύ νωρίς, καταρχήν μέ τήν αἵρεση τοῦ Δοκητισμοῦ καί τοῦ Μοναρχιανισμοῦ. ᾿Αλλά καί κατά τήν περίοδο τῶν μεγάλων Τριαδολογικῶν αἱρέσεων ἐτέθηκε ἐκ νέου τό Χριστολογικό ζήτημα, γιατί τόσο οἱ ᾿Αρειανοί ὅσο καί οἱ Εὐνομιανοί εἶχαν δική τους «Χριστολογία», στήν ὁποία, ἀσφαλῶς, ἀπάντησαν οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας. Τήν ἐποχή αὐτή τό ἐνδιαφέρον ἐστρέφετο πρωτίστως στό Τριαδολογικό δόγμα, πού ἀφοροῦσε τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τή σχέση Του μέ τόν Θεό Πατέρα Του. Μέ αὐτά τά Χριστολογικά θέματα τῆς πίστεως, πού ἀφοροῦσαν τό μυστήριο τῆς ᾿Ενανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ-Λόγου, ἀσχολήθηκε Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, πού συνῆλθε στήν πόλη Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό 325 μ.Χ.

῾Η Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο ἐναντίον τοῦ αἱρεσιάρχου ᾿Αρείου, ἀπό τίς 20 Μαΐου προκαταρκτικά καί ἀπό 14 ᾿Ιουνίου ἐπίσημα μέ τήν παρουσία τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι τίς 25 Αὐγούστου τοῦ 325 μ.Χ. ῾Η Σύνοδος ἀποτελέσθηκε, κατά μέν τήν ἐπικρατούσα παράδοση ἀπό 318 θεοφόρους Πατέρες, κατ᾿ ἄλλες δέ ἱστορικές μαρτυρίες ἀπό τριακόσιους περίπου. Κύριος δέ σκοπός αὐτῆς ἦταν καταδίκη τοῦ ᾿Αρειανισμοῦ καί θετική διατύπωση τῆς ᾿Ορθοδόξου δογματικῆς διδασκαλίας περί τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς ῾Αγίας Τριάδος, διότι τή θεότητα Αὐτοῦ εἶχε ἀρνηθεῖ ἀπό τό 318 μ.Χ. ὁ πρεσβύτερος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ᾿Αλεξανδρείας ῎Αρειος.

῾Ο Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό ῞Αγιο Πνεῦμα εἶναι μέν τρία Πρόσωπα ἐνυπόστατα, ἀλλά διά τό συμφυές, τό συναΐδιον, τό ὁμόθρονον, τό ὁμοούσιον καί τό ἀπαράλλακτο τῆς οὐσίας Τους ἀποτελοῦν Μία Θεότητα, Μονάδα Τρίφωτο, τή Μοναρχία τῆς Τριάδος, καί ὄχι τρεῖς θεούς, δηλαδή «τρεῖς ἀνομοίους τε και ἐκφύλους οὐσίας», ὅπως ὁ ῎Αρειος ἀφρόνως ἀπετόλμησε νά κηρύξει, «ὕλην πυρός τοῦ αἰωνίου ἑαυτῷ θησαυρίζων». ῾Η Μία καί ῾Ενιαία Θεότητα διακρίνεται σέ τρία Πρόσωπα (ὑποστάσεις ἤ χαρακτῆρες) ὡς πρός τόν ἀριθμό. ᾿Εκεῖνο, τό ὁποῖο ἐξασφαλίζει τήν ἑνότητα τῆς Θεότητος εἶναι τό ὁμοούσιον, τό ἀπαράλλακτον τῆς μορφῆς, ταυτότητα τῆς οὐσίας τῶν τριῶν Θείων ῾Υποστάσεων, ἐνῶ ἐκεῖνο πού διακρίνει τά Πρόσωπα εἶναι οἱ ἀσύγχυτες ἰδιότητες αὐτῶν.

Τό πρῶτο λοιπόν καί κύριο ἔργο τῆς Συνόδου ἦταν ἀφ᾿ ἑνός καταδίκη τῶν αἱρετικῶν πλανῶν καί κακοδοξιῶν τοῦ ᾿Αρείου καί τῶν ὀπαδῶν του, ἀφ᾿ ἑτέρου διακήρυξη τῆς πίστεως ἤ τοῦ «Συμβόλου τῆς Νικαίας», τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τόν πρῶτο σημαντικό σταθμό στήν ἐργώδη προσπάθεια τῆς θεολογικῆς πατερικῆς σκέψεως.

Τό «Σύμβολον τῆς Νικαίας» ἤ τό «Πιστεύω», ὅπως ἀπαγγέλλουμε στό ναό στή Θεία Λειτουργία ἤ σέ ἄλλες ᾿Ακολουθίες, ἔχει τρεῖς χαρακτηριστικές φράσεις πρός καταπολέμησιν τῆς διδασκαλίας τοῦ ᾿Αρείου· «᾿Εκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός», «Γεννηθέντα, οὐ ποιηθέντα», «῾Ομοούσιον τῷ Πατρί». Στό τέλος τοῦ «Συμβόλου» τῆς Νικαίας ἐτέθησαν ἀναθεματισμοί, διά τῶν ὁποίων ἀναθεματίζονταν οἱ σπουδαιότερες αἱρετικές ἐκφράσεις τοῦ ᾿Αρείου.

Ποιός προήδρευσε τῆς Συνόδου; ᾿Αναφέρονται τρία ὀνόματα· ὁ ᾿Αλεξανδρείας ᾿Αλέξανδρος, ὁ ᾿Αντιοχείας Εὐστάθιος καί ὁ Κορδούης ῞Οσιος. ᾿Αλλά ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος κάνει λόγο περί προέδρων δύο ταγμάτων, δεξιοῦ καί ἀριστεροῦ. ᾿Από τήν πληροφορία αὐτή ἐξάγεται ὅτι δέν ὑπῆρχε ἕνας πρόεδρος, δέν ὑπῆρχε κοινός πρόεδρος. Κοινός πρόεδρος ἦταν ὁ αὐτοκράτορας.

῎Ετσι μέν Σύνοδος κατεδίκασε τόν ῎Αρειο, ὁ δέ Μέγας Κωνσταντίνος ἐξόρισε τούς αἱρετικούς ῎Αρειο, Σεκοῦνδο Πτολεμαΐδος καί Θεωνᾶ Μαρμαρικῆς στήν ᾿Ιλλυρία, ἀργότερα δέ ἐξορίσθηκαν στή Γαλλία καί ὁ Νικομηδείας Εὐσέβιος καί ὁ Νικαίας Θεόγνις, ἐπειδή ἀρνήθηκαν νά ἀναγνωρίσουν τήν καταδίκη τοῦ ᾿Αρείου καί ἐδέχονταν τούς ᾿Αρειανούς.

Στή συνέχεια Σύνοδος διευθέτησε καί ἄλλα τρία ἐκκλησιαστικά σχίσματα, τό Νοβατιανό215, τό Σαμοσατιανό216 καί τό Μελιτιανό217, ὁμοίως δέ ἐτερμάτισε καί τίς ἔριδες περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἀφοῦ ὅρισε αὐτό νά ἑορτάζεται τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας.

Στό Μίλιον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κτίριο ἱστάμενο ἀντίκρυ τῆς μεσημβρινῆς πύλης τῆς ῾Αγίας Σοφίας, ἐσώζονταν μέχρι τό 766 ἤ 767 μ.Χ. οἱ εἰκόνες τῶν ῾Αγίων Οἰκουμενικῶν ἕξι Συνόδων, τίς ὁποῖες τότε ἐξαφάνισε ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος ὁ Κοπρώνυμος, ἀφοῦ ἐζωγράφισε ἀντί αὐτῶν νίοχους καί ἱπποδρομικά θέματα. ᾿Αλλά τήν εἰκόνα τῆς ΣΤύ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξαφάνισε ὁ Φιλιππικός, ἴσως τό 712 μ.Χ., ζωγραφίζοντας ἀντί αὐτῆς τόν ἑαυτό του καί τόν κακόδοξο Πατριάρχη ᾿Ιωάννη ΣΤύ218.

῾Η ᾿Αρχαία ᾿Εκκλησία ὅρισε δύο ἑορτάσιμες μέρες γιά τήν προβολή τῆς διδασκαλίας τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν 28η Μαΐου καί τήν Ζύ Κυριακή ἀπό τοῦ Πάσχα. ῾Η ᾿Εκκλησία ἐνέταξε τήν παρούσα ἑορτή στόν κύκλο τῶν ἑορτῶν τοῦ Πεντηκοσταρίου, καί μάλιστα μετά τήν ᾿Ανάληψη τοῦ Κυρίου, ὄχι γιά ἄλλη αἰτία, ἀλλά γιά τή μαρτυρία αὐτῆς ὑπέρ τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁμοουσίου τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα καί τῆς πραγματικότητος τῆς Σαρκώσεως Αὐτοῦ. Διά τῆς ᾿Αναστάσεως καί τῆς εἰς οὐρανούς ᾿Αναλήψεώς Του ὁ Κύριος ἀπεκάλυψε σέ ὅλους ὅτι δέν ἦταν ἁπλοῦς ἄνθρωπος, ἀλλά Θεάνθρωπος καί ὁ ῞Ενας τῆς Τριάδος. Στή μαρτυρία αὐτή τῆς Καινῆς Διαθήκης ᾿Εκκλησία ἔρχεται νά προσθέσει καί τήν ἰδική της ἐμπειρία, τήν κοινή συνείδηση τοῦ πληρώματος αὐτῆς, ὅπως ἐκφράσθηκε αὐτή στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο ἀπό τούς ῾Αγίους καί Θεοφόρους Πατέρες.


Διαβάστε επίσης