Skip to main content

Το Κήρυγμα της Κυριακής 16/2/2020

14 Φεβ 2020 12:10

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020 (Κυριακή τοῦ Ἀσώτου). Λουκ. 15, 11 – 32.


Μέ ἀμηχανία ἀκοῦμε σήμερα τό πιό θαυμάσιο ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Μέ συγκίνηση καί συντριβή παρακολουθοῦμε τή θεϊκή ἀγάπη, μέ θλίψη καί συναίσθηση βλέπουμε τήν πτώση καί τή μετάνοια, μέ ἀπορία καί θυμό στεκόμαστε μπροστά στή σκληροκαρδία καί στόν ἐγωισμό καί δέ γνωρίζουμε ποιό ἀπ’ ὅλ’ αὐτά μᾶς ἀγγίζει περισσότερο. Δέν ξέρουμε ἄν μοιάζουμε πιό πολύ μέ τόν ἄσωτο ἤ πιό πολύ μέ τό μεγάλο του ἀδελφό. Ἴσως πάλι νά εἴμαστε μία ἄλλη κατηγορία ἀνθρώπων. Ἴσως νά εἴμαστε ἄσωτοι, πού δέν ἐπιστρέφουμε, ἀλλά ταυτόχρονα καί μεγάλοι ἀδελφοί, πού δέν ἐπιτρέπουμε καί δέν χαιρόμαστε μέ τήν ἐπιστροφή τῶν ἄλλων. Ὅ,τι καί νά συμβαίνει τό σίγουρο εἶναι ἕνα καί ἀληθινό. Εἴμαστε ὅλοι μας παιδιά πού ἔχουμε ἕνα στοργικό Πατέρα, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀγαπάει ἄνευ ὁρίων καί ὅρων.

Ἔχουμε ἕναν Πατέρα, ὁ Ὁποῖος, ἐάν Τόν ἀρνηθήκαμε καί φύγαμε μακριά Του, μᾶς περιμένει καί, ἐάν παρμένουμε κοντά Του ἀπό συμφέρον, πάλι μᾶς συγχωρεῖ. Ὁ δικός μας Πατέρας ξέρει νά δίνει στό σπάταλο, νά ξοδεύεται γιά τόν ἄστατο, νά ἀπολογεῖται στόν θρασύ, νά παραμένει ἤρεμος μπροστά στόν ἐγωιστή καί ἀχάριστο. Ἔχουμε Πατέρα πού χαίρεται μέ τή μετάνοια καί τήν ἐπιστροφή τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Αὐτή τή χαρά τήν κάνει πανηγύρι καί γιορτή. Ἡ χαρά καί τό πανηγύρι τοῦ Πατέρα μας γιά ὅποιον μετανοεῖ εἶναι ἀνταμοιβή γιά τή μετάνοιά του. Γιά ὅποιον παραμένει ἀμετανόητος καί σκληρόκαρδος εἶναι πόνος καί τιμωρία γιά τήν ἔλλειψη τῆς ἀγάπης του. Σ’ ὁλόκληρη τή σημερινή παραβολή τό μόνο σταθερό καί σίγουρο δεδομένο εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Πατέρα. Ἡ Πατρική ἀγάπη στρέφεται πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ἀγκαλιάζει ὅλες τίς κατηγορίες. Τό μεγάλο θέμα εἶναι πῶς θά εἰσπράξει ὁ καθένας καί μέ ποιό τρόπο θά βιώσει αὐτό τό ἀτίμητο δῶρο τῆς θεϊκῆς ἀγάπης.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἔχει δύο πολύ σημαντικά χαρακτηριστικά. Τό πρῶτο εἶναι ἡ ἐλευθερία καί τό δεύτερο εἶναι ἡ προσφορά. Ὁ Θεός προσφέρει τήν ἀγάπη Του, ἀλλά δέν τήν ἐπιβάλλει. Μέ τήν ἀπροσμέτρητη δύναμή Του δέν ἐπιθυμεῖ νά ἐγκλωβίσει κανέναν. Δίνει τά χαρίσματα σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί τούς ἀφήνει ἐλεύθερους νά τά χρησιμοποιήσουν ὅπως θέλουν. Ὅ,τι δίνει δέν τό παίρνει πίσω, ἀλλά προτιμάει νά προδοθεῖ παρά νά ἐπιβάλει τήν παρουσία Του καί νά καταπιέσει μέ τό θέλημά Του. Ἡ ἐλευθερία εἶναι τό μεγαλύτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ Πατέρα στά παιδιά Του. Στά πλαίσια αὐτῆς τῆς ἐλευθερίας δέν ἀπελπίζεται ὅταν Τόν ἀρνοῦναι καί χαίρεται ὅταν ἐπιστρέφουν κοντά Του. Ἡ ἐλευθερία εἶναι αὐτό πού μπορεῖ νά ὑποκινήσει τή φιλοτιμία τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου καί μπορεῖ νά τόν ὁδηγήσει στήν ἀπόφαση τῆς ἐπιστροφῆς καί στόν ἀγώνα τῆς μετάνοιας. Ἡ ἐλευθερία δίνει στήν ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου ἀληθινή ἀξία. Ὁ Θεός προτιμάει τήν ἀγάπη ἡ ὁποία στηρίζεται στήν ἐλευθερία καί ὄχι τήν ἀγάπη ἡ ὁποία στηρίζεται στό φόβο ἤ στό συμφέρον. Τό δεύτερο πολύ σημαντικό στοιχεῖο πού χαρακτηρίζει τή θεϊκή ἀγάπη εἶναι ἡ προσφορά.

Ὁ Θεός μόνο προσφέρει. Ὅ,τι εἶναι δικό Του τό δίνει καί στά παιδιά Του. Μοιράζεται τή δόξα Του, τά ἀγαθά Του, τόν ἑαυτό Του τόν ἴδιο μέ τούς ἀνθρώπους. Κανείς δέν εἶναι ἄξιος τῶν ἀπείρων δωρεῶν τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖνος, ὅμως, δέν κουράζεται νά προσφέρει. Ἐκεῖνοι πού λαμβάνουν τά δῶρα Του δέν τά καταλαβαίνουν πάντοτε οὔτε καί τά ἐκτιμοῦν σύμφωνα μέ τήν ἀξία τους. Τά χρησιμοποιοῦν βέβαια, ἀλλά τά θεωροῦν αὐτονόητα καί ὀφειλόμενα, σά νά εἶναι ὑποχρέωση τοῦ Θεοῦ νά τούς τά δώσει. Πολλές φορές μάλιστα διεκδικοῦν καί τήν ἀποκλειστικότητα τῶν θεϊκῶν δώρων, σά νά μήν ἔχει ἄλλα παιδιά ὁ Θεός. Θυμώνουν λοιπόν, ὅταν βλέπουν οἱ προσφορές τοῦ Θεοῦ νά δίνονται καί σέ ἀνθρώπους, πού, σύμφωνα μέ τή δική τους ἄποψη δέν τό ἀξίζουν. Ζητοῦν τό λόγο ἀπό τό Θεό καί Τόν κατακρίνουν γιά τήν ἀγάπη Του. Ἀντί νά χαίρονται μέ τίς προσφορές πού λαμβάνουν οἱ ἀδελφοί τους, θλίβονται καί ἐξοργίζονται. Ἔτσι ἡ ἀγάπη τοῦ Σωτήρα γιά τούς ἄλλους γίνεται ἡ προσωπική τους τιμωρία.

Ἡ σωτηρία τῶν ἄλλων ἀπό ὑπέρτατο δῶρο τοῦ Θεοῦ γίνεται ἡ δική τους καταστροφή. Κατά τή σημερινή Κυριακή του Ἀσώτου μήν προβληματιστοῦμε ἄν εἴμαστε οἱ ἄσωτοι, οἱ μεγάλοι ἀδελφοί ἤ λίγο καί ἀπό τά δύο. Μᾶλλον αὐτό τό τρίτο εἶναι καί τό πιό πιθανό. Αὐτό πού πρέπει νά μᾶς συγκινήσει καί νά μᾶς οἰκοδομήσει εἶναι ἡ ἀστείρευτη καί ἀφειδώλευτη Πατρική θεϊκή ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη τοῦ Πατέρα μας μᾶς δίνεται καί θά μᾶς χαρίζεται πάντοτε χωρίς διακοπές καί τέλος. Ἐκφράζεται μέσ’ ἀπό τήν ἐλευθερία πού διαθέτουμε καί μέσ’ ἀπό τίς προσφορές πού συνεχῶς μᾶς χαρίζει.

Τό μεγαλύτερο ἀπ’ ὅλα τά δῶρα Του εἶναι ἡ μετάνοια, ἡ δυνατότητα δηλαδή νά γυρίζουμε κοντά Του καί ν’ ἀπολαμβάνουμε μαζί μ’ Ἐκεῖνον τή χαρά πού κάνει καί τό γλέντι πού στήνει γιά τήν ἐπιστροφή μας. Αὐτό τό δῶρο τῆς μετάνοιας νά τό ἐπιθυμοῦμε καί γιά τούς ἀδελφούς μας. Νά συμμετέχουμε στήν κοινή χαρά γιά τήν ἐπιστροφή τους στό σπίτι τοῦ δικοῦ μας καί κοινοῦ Πατέρα. Νά μήν τούς κατακρίνουμε καί νά μήν τούς περιφρονοῦμε, γιά νά μήν ἀκυρωθεῖ ἡ μετάνοιά μας καί γίνει ἡ Πατρική ἀγάπη τιμωρία μας. Ἄς ἀγαπᾶμε τό Θεό μέ ἐλευθερία καί εὐγνωμοσύνη, ἐπειδή Ἐκεῖνος πρῶτος μᾶς ἀγάπησε παράφορα, γιά νά εἴμαστε ἀληθινά παιδιά Του καί ἄξιοι κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Ἀμήν.