π. Ἀνδρέα Ἀγαθοκλέους: " Ένας θρησκευόμενος χάνει το τέλειο "
Σχόλιο στό Ευαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Ι Γ΄ Λουκᾶ
Ἕνας ἄνθρωπος ρωτᾶ μέ εἰρωνεία, γιά νά τόν πειράξει τό Διδάσκαλο, τί νά κάμει γιά νά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή. Τόν παραπέμπει στίς ἐντολές πού ὡς Ἰουδαῖος γνώριζε: μή μοιχεύσεις, μή φονεύσεις, μήν κλέψεις, μή ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τόν πατέρα καί τή μητέρα σου.
Κι ὅταν ἀποκαλύπτει ὅτι ὅλες αὐτές τίς τηροῦσε ἀπό τή νεότητά του, κι ὅμως μέσα του τοῦ ἔλειπε ἡ πληρότητα, ἡ ὄντως ζωή, ὁ Χριστός τοῦ δείχνει τό δρόμο: πώλησέ τα ὅλα ὅσα ἔχεις, δῶσέ τα στούς φτωχούς καί ἀκολούθησέ με.
Ἀκούει τή λύση στό ὑπαρξιακό του πρόβλημα ἀλλά δέν τήν ἐφαρμόζει. Ἀπεναντίας, «περίλυπος ἐγένετο», γιατί δέν ἤθελε νά ἀποχωριστεῖ τά πλούτη του. Τελικά, χάνει τήν αἰώνια ζωή.
Στό ἐρώτημα τῶν μαθητῶν πῶς μπορεῖ κανείς νά νικήσει τά βαριά πάθη, ὁ Κύριος ἀπαντᾶ μέ το: «τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις, δυνατά παρά τῷ Θεῷ».
Φαίνεται πώς τά θρησκευτικά καθήκοντα χωρίς τήν ἀπαλλαγή ἀπό ὅ,τι μᾶς δεσμεύει ὡς πάθος, δέν εἶναι ἱκανά νά γεμίσουν τήν καρδιά καί τήν ὕπαρξή μας ἀπό τή χαρά τοῦ Παραδείσου.
Τά πάθη, ὡστόσο, κληρονομικά ἤ ἐπίκτητα, συνθλίβουν τό πρόσωπο καί τοῦ ἀπομυζοῦν τήν ποιότητα τῆς ζωῆς, τῆς νῦν καί τῆς μελλούσης. Παλεύεις, θέλεις νά ἐλευθερωθεῖς, μά εἰσπράττεις τήν ἀπογοήτευση, καθώς γνωρίζεις τήν ἀδυναμία σου.
Ἄν καταφύγεις στό Θεό, τό μόνο δυνάμενο, μέ ταπείνωση καί ἀναγνώριση τῆς ἀδυναμίας σου, τότε θά καταλάβεις ἐμπειρικά πώς ὅλα εἶναι «δυνατά παρά τῷ Θεῷ».
Καί ἄν τό πάθος φαίνεται πιό δυνατό ἀπό τό Θεό, ἄς ἐρευνήσουμε τό βάθος τῆς καρδιᾶς μας ἄν δείχνει ταπεινό τό φρόνημα, ἴδιον θέλημα, λάθος ἀγῶνα. Καί ἄν αὐτά δέν ὑπάρχουν, ἄς δεχτοῦμε τό πάθος ὡς μέσο ταπείνωσης καί ἄρα σωτηρίας.