
Κυριακή Β΄ Λουκά 05.10.2025 - Ο τέλειος ηθικός νόμος του Ευαγγελίου
Η σημερινή Κυριακή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η δεύτερη Κυριακή του Λουκά και το μεν αποστολικό ανάγνωσμα είναι μια περικοπή από την Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου, το δε ευαγγελικό μια περικοπή από το 6ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Η περικοπή αυτή είναι ένα απόσπασμα από την επί του Όρους ομιλία του Κυρίου. Πρόκειται για μια μακρά ομιλία που εξεφώνισε ο Κύριος κατά την αρχή της δημοσίας του δράσεως σε μια ορεινή τοποθεσία της Γαλιλαίας, την οποία διασώζουν οι ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς. Σ’ αυτή την ομιλία του ο Κύριος νομοθετεί πάνω σε πολλά, μεγάλα και σπουδαία θέματα που αφορούν την ηθική και πνευματική ζωή των χριστιανών, που όλα αυτά μαζί στο σύνολό τους αποτελούν τον τέλειο ηθικό νόμο του Ευαγγελίου, με τον οποίο ο Χριστός έρχεται πλέον να συμπληρώσει και να τελειοποιήσει τον ατελή ηθικό νόμο της Παλαιάς Διαθήκης.
Σ’ αυτή λοιπόν την περικοπή ο Κύριος λέγει μεταξύ άλλων τα εξής: «Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Δηλαδή όπως θέλετε να κάνουν σε σας οι άνθρωποι, έτσι να κάνετε και σεις σ’ αυτούς. Με την παραπάνω φράση ο Κύριος, ως τέλειος νομοθέτης, μας δείχνει τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να ζήσουν οι άνθρωποι αρμονικά μέσα στην κοινωνία. Μας παραδίδει ένα χρυσό κανόνα, τον οποίο, αν εφαρμόσουν οι άνθρωποι πάνω στην πράξη, μπορούν να λύσουν όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Όλοι μας γνωρίζουμε, πως θα θέλαμε να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι με τους οποίους συναναστρεφόμαστε. Θέλουμε να μας αγαπούν, να μας τιμούν, να συμπεριφέρονται με ευγένεια, να είναι ειλικρινείς και τίμιοι απέναντί μας, να μη μας αδικούν, να μη μας διαβάλλουν, να μη μας συκοφαντούν, να μη μας εκμεταλλεύονται. Να δείχνουν έμπρακτα την αγάπη τους και τη συμπαράστασή τους, όταν βρεθούμε σε κατάσταση ανάγκης.
Όμως δυστυχώς, οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα, όχι μόνον εκείνοι που δεν έχουν καμία σχέση με την εκκλησιαστική ζωή, αλλά και εμείς που θέλουμε να είμαστε αληθινοί χριστιανοί, εμείς που μετέχουμε στη ζωή και στα μυστήρια της Εκκλησίας μας, πολλές φορές δεν λαμβάνουμε υπ’ όψη μας την παραπάνω εντολή του Κυρίου μας. Ομιλούμε και πράττουμε με κέντρο τη φιλαυτία μας και τον εγωϊσμό μας. Φθάνουμε στο σημείο κάποτε να αδικούμε, να συκοφαντούμε, να διαβάλλουμε, ή να συμπεριφερόμαστε με υβριστικό τρόπο απέναντι στους εν Χριστώ αδελφούς μας, οπότε αμαρτάνουμε ενώπιον του Θεού. Αντιθέτως όταν συμβεί κάποιος να μας υβρίσει, ή να μας αδικήσει, γινόμαστε θηρία, οργιζόμαστε, επιζητούμε με κάθε τρόπο να τον εκδικηθούμε, μας πνίγει το δίκαιο, τρέχουμε στα δικαστήρια για να βρούμε το δίκαιό μας. Κέντρο της ζωής μας έχουμε κάνει τον εαυτό μας, το σπίτι μας, τα παιδιά μας και τίποτε άλλο πέρα από αυτά.
Παρά κάτω ο Κύριος προχωρεί ένα βήμα πιο πέρα και μας καλεί να ανεβούμε ένα ακόμη σκαλοπάτι στην κλίμακα της αγάπης. Μας δείχνει το δρόμο της τέλειας, της ανιδιοτελούς αγάπης, η οποία δεν περιορίζεται μόνο σε κείνους που μας αγαπούν, αλλά επεκτείνεται ακόμη και προς τους εχθρούς. Λέγει: Αν αγαπάτε μόνον εκείνους που σας αγαπούν, ποια αμοιβή σας ανήκει από τον Θεόν; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. Και αν ευεργετείτε, εκείνους που σας ευεργετούν, ποια αμοιβή σας ανήκει από τον Θεόν; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Και αν δανείζετε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω τα δανεισθέντα, ποια αμοιβή σας ανήκει; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Δανείζουν με την ελπίδα να πάρουν πίσω τα δανεισθέντα. Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να δανείζετε χωρίς να ελπίζετε τίποτε ως ανταπόδοση.
Με τις παραπάνω φράσεις ο Κύριος, μας παραδίδει το τέλειο μέτρο της χριστιανικής αγάπης, της αγάπης δηλαδή εκείνης που επεκτείνεται ακόμη και προς τους εχθρούς. Μιάς αγάπης που ήταν άγνωστη στην προχριστιανική εποχή. Η αγάπη αυτή δεν απευθύνεται μόνον σ’ αυτούς που μας ευεργετούν, ή δεν μας αδικούν, αλλά αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, χωρίς θρησκευτικές, πολιτικές, ή φυλετικές διακρίσεις. Προσφέρεται ακόμη και προς τους εχθρούς. Σ’ αυτούς δηλαδή που μας πίκραναν, μας αδίκησαν, μας συκοφάντησαν, μας έβλαψαν με οποιοδήποτε τρόπο. Αυτούς καλούμαστε να αγαπήσουμε, να ευεργετήσουμε και να προσευχόμαστε για τη σωτηρία τους. Αυτού του είδους την αγάπη ο Κύριος δεν περιορίστηκε να μας την διδάξει μόνο με τα λόγια, αλλά ο ίδιος πρώτος την εφήρμοσε πάνω στην πράξη, όταν, καθώς ήταν καρφωμένος πάνω στο σταυρό, συγχώρησε τους σταυρωτές του: «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».
Ωστόσο η έμπρακτη εφαρμογή της αγάπης προς τους εχθρούς δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Απαιτεί πολύ αγώνα και κόπο πνευματικό. Απαιτεί να παλέψουμε με τον ίδιο τον εαυτό μας, με τον παλαιό άνθρωπο που έχουμε μέσα μας. Να παλέψουμε με τον εγωϊσμό μας, που διψάει για εκδίκηση και τιμωρία εκείνου που μας έβλαψε. Στον αγώνα μας αυτόν όμως δεν είμαστε μόνοι μας, διότι με τις δικές μας μόνο δυνάμεις δεν μπορούμε να υπερνικήσουμε τον παλαιό άνθρωπο που έχουμε μέσα μας. Έχουμε ανάγκη από τη Χάρη του Θεού, την οποία μπορούμε να κάνουμε κτήμα μας με τη συμμετοχή μας στη ζωή και στα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Ας προσπαθήσουμε σε πρώτη φάση να μην ανταποδώσουμε το κακό που μας έκαναν οι εχθροί μας, έχοντας υπ’ όψη μας τον λόγο του Κυρίου μας: «εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω λέγει Κύριος». Ας αρχίσουμε αυτόν τον αγώνα κατ’ αρχήν προσευχόμενοι από βάθους καρδίας υπέρ της μετανοίας και σωτηρίας των εχθρών μας, ώστε να έρθουν σε επίγνωση των σφαλμάτων τους και να προχωρήσουν κατόπιν και στη διόρθωσή τους. Ας σκεπτόμεθα ότι είναι αδύνατον ο Κύριος να συγχωρήσει το μεγάλο πλήθος των ιδικών μας αμαρτημάτων, αν και εμείς δεν συγχωρήσουμε με την καρδιά μας τους εχθρούς μας. Όταν έτσι αγωνιστούμε, τότε θα φθάσουμε κάποτε στο σημείο με τη Χάρη του Θεού, όχι μόνο να μην εκδικηθούμε, αλλά και να ευεργετήσουμε εκείνους που μας έβλαψαν.
Ωστόσο εδώ ο Κύριος με την εντολή της αγάπης προς τους εχθρούς δεν μας επιβάλει την υποχρέωση να ανοίξουμε στενές φιλικές σχέσεις προς ανθρώπους φανερά κακοποιούς και διεφθαρμένους, αποξενωμένους από τη ζωή της Εκκλησίας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις έχουμε καθήκον και χρέος να κόψουμε κάθε σχέση και συναναστροφή μαζί τους, η οποία θα μπορούσε να μας παρασύρει σε ένα κοσμικό τρόπο ζωής, έχοντας υπ’ όψη μας τον θεόπνευστο λόγο του αποστόλου: «μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις, τις γαρ κοινωνία φωτί προς σκότος;». Παράλληλα να προσευχόμεθα με πόνο και συμπάθεια για την αμαρτωλή τους κατάσταση, ώστε τουλάχιστον, αν μη τι άλλο, να μην επιτρέψουμε το δηλητήριο του μίσους και της εκδικήσεως να κυριεύσει την ψυχή μας.
Με αφορμή τη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αδελφοί μου, καλούμεθα όλοι μας να κάνουμε μια αυτοκριτική και έναν αυτοέλεγχο μέσα μας. Καλούμεθα να εξετάσουμε, εάν και κατά πόσον έχουμε κάνει πράξη όλα όσα στην περικοπή αυτή νομοθετεί ο Κύριος. Και αφού διαπιστώσουμε πόσα μεγάλα κενά και πόσες ελλείψεις έχουμε, ας αγωνιστούμε στη συνέχεια να βάλουμε σε πράξη όλα όσα είπαμε, πράγμα το οποίο εύχομαι να γίνει σε όλους μας με τη Χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τις πρεσβείες της Κυρίας Θεοτόκου και όλων των αγίων, αμήν.