Το πριν και το μετά του εαυτού μας
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Συνήθειες, συμπεριφορές, εκφράσεις θετικές και αρνητικές για μας και πιο πολύ για τους γύρω μας, που μας χαίρονται ή δυσκολεύονται αναλόγως.
Διερωτάται κανείς τι είναι αυτό που μας καθορίζει και πόσο ευθυνόμαστε για ό,τι είμαστε; Πόσο τα κληρονομικά μάς επηρεάζουν και ποια ευθύνη έχουμε για ό,τι μειονεκτήματα κληρονομήσαμε;
Όσοι ασχολούνται με τον άνθρωπο, αναπόφευκτα, θα βρεθούν μπροστά σε τέτοια ερωτήματα, οι απαντήσεις των οποίων θα ρυθμίσουν τη στάση τους απέναντί του. Αν π.χ. δεχτούμε την ολοκληρωτική εξάρτηση από τους προγόνους μας, τότε η όποια συμπεριφορά μας, όσο αρνητική και να είναι δεν μας καταλογίζει ευθύνη. Κι αν ό,τι είμαστε ρυθμίζεται και καθορίζεται με βάση την παιδεία - με την ευρύτερη έννοια – τότε η ευθύνη βαραίνει τους γονείς, παιδαγωγούς, την κοινωνία, δηλαδή τους άλλους.
Υπάρχει και η αντίληψη πως δεν είναι η ψυχή μας tabula rasa, άγραφος χάρτης, αλλά κληρονομεί χαρίσματα και ελαττώματα, και η ανάλογη στάση μπροστά στο τι θα δεχτούμε από τα γονίδια και το περιβάλλον μας, θα δώσει το χαρακτήρα μας.
Η γνώση του τι μας καθορίζει και τι όχι, το πόσο ευθυνόμαστε γι’ αυτό που είμαστε, όπως και τι είναι για τον καθένα καλό και κακό, μπορεί να βοηθά στην ψυχ–ανάλυση, στην εξέταση και ανακάλυψη του βαθύτερου είναι μας, όμως δεν λυτρώνει τον άνθρωπο απ’ αυτό που είναι και δεν θα ήθελε.
Πέρα από τις όποιες ανθρωπιστικές επιστήμες, που ασχολούνται με το πριν της ζωής του ανθρώπου, θέλοντας να τον βοηθήσουν, υπάρχει η Εκκλησία του Χριστού, που, θεωρώντας τον καθένα ως «τέκνον του πρώτου Αδάμ», αποδέχεται την κληρονομική εξάρτησή του. Στη συνέχεια, λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση που έχει με το Χριστό ως «Νέον Αδάμ», θεωρεί δεδομένη την αλλαγή του που στηρίζεται, βέβαια, στη Χάρη του Θεού και στο δικό του αγώνα.
Στην πραγματικότητα, η Εκκλησία δεν μένει στο όποιο άσχημο παρελθόν μας αλλά προσβλέπει στο τι μπορούμε να πετύχουμε, στο τι μπορούμε να γίνουμε ό,τι και να είμαστε, όπως και να ζήσαμε. Σ’ ένα κόσμο που βλέπει το «βιογραφικό» για να μας εκτιμήσει και να μας σεβαστεί, ο Χριστός δέχεται τον καθένα όπως είναι και αγαπώντας τον ενεργοποιεί την αγάπη του ανθρώπου. Στηριγμένοι σ’ αυτήν την αμοιβαία αγάπη, Θεός και άνθρωπος, με αμοιβαία ελευθερία, συμπορεύονται.
Όπως ένας ερωτευμένος δεν στηρίζεται στο παρελθόν του προσώπου για να αφήσει την καρδιά του ν’ αγκαλιάσει την ύπαρξή του, έτσι κι ο Θεός, όταν ο άνθρωπος μετανοήσει για το αμαρτωλό παρελθόν του, αρχίζει νέα σελίδα στη σχέση Του με το αγαπώμενο πρόσωπο. Χωρίς ποτέ να γυρίζει πίσω, και ν’ απαιτεί, να θέτει όρους, αγαπά χωρίς όρους και απαιτήσεις.
Φαίνεται πως η στροφή στην ιστορία μας, την οδυνηρή και άσχημη, μόνο ως σήμα για εγρήγορση στο παρόν μπορεί να ωφελήσει. Για να μας θυμίζει, δηλαδή, το ευάλωτο και αδύνατο του εαυτού μας, ώστε προσέχοντας να μην επαναλάβουμε τις πτώσεις.
Μπροστά στον ουράνιο Πατέρα, ο κάθε άνθρωπος μπορεί να σταθεί ως ξεχωριστή και ανεπανάληπτη προσωπικότητα, να αναγνωρίσει την αξία του και να βαδίσει μαζί Του.