
Σωτήρη Μ. Τζούμα : Όταν ο ήχος του χρήματος πνίγει τον ήχο της καμπάνας της πίστης και πνίγει κάθε ελπίδα!
Σε κάθε ορθόδοξη γωνιά, οι καμπάνες των ναών χτυπούν. Ή τουλάχιστον, συνεχίζουν να χτυπούν. Όμως, σε πόσες συνειδήσεις ακούγονται ακόμη;
Ο ήχος της καμπάνας, άλλοτε υπενθύμιση πίστης, ταπεινότητας και ελπίδας, σήμερα συχνά επισκιάζεται από τον εκκωφαντικό θόρυβο των οικονομικών συμφερόντων και της επιφανειακής λάμψης του πλούτου.
Κι όταν ο ήχος του χρήματος είναι ισχυρότερος από τον ήχο της καμπάνας που καλεί σε προσευχή, σε ενότητα, σε ταπεινότητα, τότε κάτι βαθύ έχει σιγήσει μέσα μας. Δεν είναι πια ο ήχος της πίστης που καθοδηγεί τις πράξεις και τις επιλογές μας, αλλά η υπόσχεση του κέρδους,της εξουσίας, του βολέματος και της επιβολής.
Και τότε, ακόμα και “γκαβός” να είσαι – τυφλός απέναντι σε αδικίες, ανισότητες, ηθικές παρεκκλίσεις και κακότητες – στα μάτια εκείνων που κρατούν το τιμόνι, θα θεωρείσαι χρήσιμος. Όχι γιατί έχεις αξίες ή ιδανικά, όχι γιατί ξεχωρίζεις για το έργο σου και το ήθος σου- ποιο ήθος- αλλά γιατί κρατάς κάτι που εξυπηρετεί: την ελπίδα που εξυπηρετεί τα σχέδιά τους για το χρόνο που τους απέμεινε!
Αλλά για ποια ελπίδα μιλάμε; Όχι την αληθινή, αλλά την “ελπίδα” του συμβιβασμού, της διαπλοκής, του παζαριού. Ο φέρων την ελπίδα μπορεί στο τέλος να είναι και ο ψυχρός εκτελεστής της, ο ελπιδοκτόνος δηλαδή!
Ένα είναι το ερώτημα που καίει: Έως πότε;
Έως πότε θα υποκρινόμαστε ότι δεν βλέπουμε; Έως πότε η πνευματικότητα θα εξαγοράζεται και η αλήθεια θα καταπνίγεται στο όνομα του συμφέροντος; Έως πότε θα επιβραβεύεται η εικόνα αντί της ουσίας;
Έως πότε θα επιτρέπουμε οι πνευματικοί τόποι να λειτουργούν σαν σκηνές θεάματος, με πρωταγωνιστές ανθρώπους που χάνουν την ουσία στο κυνήγι της εντύπωσης, της δύναμης, του χρήματος και της εξουσίας;
Έως πότε θα ανεχόμαστε εκείνους που στο πέρασμά τους θέλουν να αφήνουν πίσω τους θύματα;
Έως πότε θα επικρατεί η λογική του “φαίνεσθαι”, του “τι συμφέρει”, του “ποιος πληρώνει”, έναντι της αλήθειας, της ηθικής, της συνείδησης και των αξιών στη ζωή;
Έως πότε θα εκποιούμε το ιερό στο όνομα του “πρακτικού και του μετρούμενου κέρδους”;
Η αλήθεια πονάει,αλλά είναι αναγκαία
Ζούμε σε μια εποχή όπου το χρήμα έχει σχεδόν αποθεωθεί. Το βλέπουμε παντού: στην πολιτική, στην εκπαίδευση, στην τέχνη, στη θρησκεία. Ακόμα και στον χώρο όπου η προσφορά, η αγάπη και η αυταπάρνηση θα έπρεπε να κυριαρχούν – στον χώρο της πίστης – η διαχείριση των συμβόλων πολλές φορές δεν εξυπηρετεί πνευματικούς σκοπούς, αλλά οικονομικούς ή πολιτικούς και γεωπολιτικούς σχεδιασμούς.
Η καμπάνα που χτυπά κάθε Κυριακή – υπενθύμιση ότι κάτι ανώτερο μας καλεί και μας ενώνει – χάνει τη δύναμή της όταν συνοδεύεται από σιωπή μπροστά στην αδικία- κάθε μορφής αδικία. Όταν αυτοί που καλούνται να εμπνέουν, επιλέγουν να εξυπηρετούν. Όταν η Εκκλησία (όχι ως Πίστη, αλλά ως θεσμός) ευλογεί ανοιχτά τα έργα των ισχυρών, αντί να σταθεί ως αντίβαρο, ως αντίλογος και καθοδήγηση του λαού.
Η ελπίδα δεν είναι προς πώληση
Είναι τραγικό και συνάμα ειρωνικό να παρουσιάζεται κάποιος ως “ο φέρων την ελπίδα”, μόνο και μόνο επειδή έχει οικονομική επιρροή και φουσκωμένο και πρόθυμο ταμείο ή είναι χρήσιμος στις δημόσιες σχέσεις.
Η αληθινή ελπίδα δεν προσφέρεται με ανταλλάγματα, ούτε δωροδοκείται. Προέρχεται από εκείνους που στέκονται όρθιοι σε καιρούς δύσκολους, που μιλούν όταν όλοι σιωπούν, που επιμένουν στην αλήθεια όταν το ψέμα χαϊδεύει αυτιά,που αναδύεται μέσα από φωτισμένους ανθρώπους οι οποίοι αναδεικνύονται αρωγοί και συμπαραστάτες σε ανήμπορους και εμπερίστατους συνανθρώπους μας. Οι οποίοι δεν γίνονται δήμιοι και τιμητές.
Κάποιοι άνθρωποι στη ζωή τους πάλεψαν, ταλαιπωρήθηκαν, αγωνίστηκαν και μέσα από όλα αυτά έμαθαν και έγιναν καλύτεροι άνθρωποι με αγάπη και ενσυναίσθηση προς τον πλησίον. Ενώ κάποιοι άλλοι γέμισαν με κόμπλεξ, με κακότητα και φθόνο. Έτοιμοι να πατήσουν πάνω σε όλους τους άλλους για να φανούν αυτοί. Αλλά δεν ξέρουν οι καψεροί ότι όσο ανεβαίνουν τόσο θα φαίνεται η γύμνια τους. Και ο θόρυβος την ώρα της πτώσης τους θα είναι πολύ μεγάλος.
Όμως για πόσο ακόμα θα συνεχίζουμε να ανεχόμαστε και να παραπλανούμαστε;
Πόσο ακόμα θα αντικαθιστούμε τη φλόγα της πίστης με την ψευδαίσθηση της ασφάλειας που προσφέρει το χρήμα;
Μια καμπάνα που πρέπει να ξαναχτυπήσει μέσα μας
Το ερώτημα “έως πότε;” που θέσαμε νωρίτερα,δεν είναι ρητορικό. Είναι κραυγή. Και η απάντηση δεν θα δοθεί από τους θεσμούς. Θα δοθεί από τους απλούς ανθρώπους, από αυτούς που δεν αποδέχονται τον συμβιβασμό, που θυμούνται ακόμη τι σημαίνει καμπάνα που χτυπά για τη σωτηρία και όχι για τις δημόσιες σχέσεις.
Ο ήχος της καμπάνας δεν πρέπει να είναι ο απόηχος ενός ξεχασμένου ήθους. Πρέπει να είναι κάλεσμα για επιστροφή σε αξίες που δεν αγοράζονται. Σε πίστη που δεν χαρίζεται, αλλά κατακτιέται. Σε κοινότητες που βασίζονται στην αγάπη και την αλληλεγγύη, όχι στην εξάρτηση,τον έλεγχο και την επιβολή.
Αυτό το κείμενο δεν αποτελεί απλώς μια παρατήρηση. Είναι ένα κάλεσμα. Να θυμηθούμε ποιον Θεό λατρεύουμε, όχι μόνο με λόγια αλλά με πράξεις. Να ξανακούσουμε τον ήχο της καμπάνας —όχι σαν καθημερινή ρουτίνα, αλλά σαν ένα άγγιγμα στην ψυχή που μας ξυπνά.Να ξανακάνουμε το σημείο του Σταυρού πάνω μας για να θυμηθούμε ποιο ήθος μας διδάσκει!
Γιατί αν συνεχίσουμε να ακούμε μόνο τον ήχο του χρήματος, θα έρθει η μέρα που η καμπάνα θα πάψει να χτυπά. Και τότε, ίσως να είναι πολύ αργά.Γιατί δεν θα χάνονται μόνο οι λέξεις.
Χάνεται η ίδια η ψυχή. Και καμία κοινωνία δεν σώθηκε ποτέ χωρίς ψυχή.